Η ΚΡΙΣΗ, Η ΑΓΟΡΑ, ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ

Ψαροταβέρνα «Χατζηκέλης», το όνομα και η ιστορία της…
Η Μεσαιωνική πόλη τον χειμώνα, οι άνθρωποι που κρύβονται πίσω απ’ αυτήν, η εικόνα των επισκεπτών, το καλό φαγητό, η κρίση και η αγορά, είναι μερικά από τα θέματα στα οποία αναφέρθηκε, μιλώντας στην «ΠΡΟΟΔΟ», ο ιδιοκτήτης της ψαροταβέρνας «Χατζηκέλης» που βρίσκεται στην παλιά πόλη της Ρόδου, και «βλέπει» την μοναδική Παναγία του Μπούργκου. Ο άνθρωπος που έρχεται σε καθημερινή επαφή με τους κατοίκους, αλλά και επισκέπτες της Ρόδου, αναφέρεται στην μαγειρική και στην μαγεία της, στην ιστορία της ψαροταβέρνας του, αλλά και στην ανάγκη στήριξης των συνανθρώπων μας.
Ένα αφιέρωμα σε μία ψαροταβέρνα δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στην ιστορία, και στους ανθρώπους που κρύβονται πίσω απ’ αυτή. Το πρώτο λοιπόν, και ίσως και το πιο σημαντικό, είναι η ιστορία της ψαροταβέρνας «Χατζηκέλης». Ποιος και πότε την δημιούργησε, καθώς και τι έχει αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου.
«Την ψαροταβέρνα την ξεκίνησε ο πατέρας μας Γιώργος Χατζηκέλης αρχές της δεκαετίας του ’80. Η σχέση του με την μαγειρική (τότε) ήταν μόνο η λειτουργία ενός φούρνου. Θυμάμαι, ήμουν πολύ μικρός, και οι γειτόνισσες έφερναν τα φαγητά στον φούρνο μας και έλεγαν στον πατέρα μου “κυρ Γιώργο, ξέρεις εσύ πως θα μας το ψήσεις”. Ξεκίνησε λοιπόν δειλά, δειλά, στο μυαλό του πατέρα μου, η ιδέα λειτουργίας μίας ταβέρνας. Κατά τα ψέματα, η δουλειά στον φούρνο ήταν κουραστική. Να σηκώνεσαι καταχείμωνο 1 και 2 η ώρα τα ξημερώματα. Τότε μάλιστα, ο φούρνος ήταν με ξύλα, δεν υπήρχαν μηχανήματα. Κάπως έτσι λοιπόν, ο πατέρας μου το 1982 άνοιξε την ψαροταβέρνα Χατζηκέλης, στον ίδιο χώρο που λειτουργούσε ο φούρνος. Πήγε στον Καναδά, τελείωσε μία σχολή μαγειρικής και έφερε κάποιες ιδέες, τις οποίες πάντρεψε με την Αιγαιοπελαγίτικη κουζίνα των θαλασσινών. Εγώ στην ψαροταβέρνα, συμμετέχω από το ’82, αλλά το ’94 την ανέλαβα προσωπικά, διαμορφώνοντας τον χώρο όπως τον βλέπετε σήμερα. Παρόλα αυτά, μεσαία κολώνα του μαγαζιού παραμένει ο πατέρας μου, με την ταβέρνα να λειτουργεί κατά βάση οικογενειακά. Όσον αφορά εμένα, είμαι παντρεμένος με την Χριστίνα Τσούκαλη και μαζί έχουμε αποκτήσει δύο υιούς».
Το πέρασμα του χρόνου. Μία φράση που σημαίνει πολλά. Κύριε Χατζηκέλη, ποια είναι η φιλοσοφία η δική σας – αυτή που ισχύει σήμερα, ενώ βιώνουμε μία πρωτοφανής οικονομική κρίση; Πως διαμορφώνεται το μενού του εστιατορίου σας, αλλά και τις τιμές; Σε ποιον τάξη απευθύνεστε; Μπορείτε να καταρρίψετε τον μύθο του «Χατζηκέλη»;
«Η προσπάθεια μας ήταν σταθερή και συνεχής και στοχεύει στο να βελτιώνουμε την ποιότητα της κουζίνας μας, του σέρβις, αλλά και της φιλικής ατμόσφαιρας του μαγαζιού μας, με γενική αρχή πως «όλοι οι καλοί χωράνε». Όταν επομένως, κάποιος μας επισκεφτεί θα περάσει καλά. Από τον Σεϊχη της Σαουδικής Αραβίας, την γυναίκα του προέδρου της Ρωσίας, μέχρι άνθρωποι της μεσαίας τάξης, επαγγελματίες ή και εργαζόμενοι. Από ανθρώπους της νεολαίας μέχρι και τον πονεμένο συνταξιούχο ή εργαζόμενο Έλληνα. Στήριγμά μας όλα αυτά τα χρόνια ήταν η μεσαία τάξη της Ρόδου. Προσφέρουμε από τα καλύτερα ψάρια της περιοχής μας, φρέσκους αστακούς ντόπιους, θαλασσινούς μεζέδες, παραδοσιακά θαλασσινά πιάτα και εξαιρετικές σαλάτες. Έχουμε τα πάντα, για τους πάντες».
Μπορεί μία επιχείρηση να λειτουργήσει μέσα στην κρίση; Θέλω να πω, το κράτος την βοηθάει; Η φορολογία την πνίγει; Και τι γίνεται όταν σε όλα αυτά προστεθούν τα γνωστά προβλήματα με τους κράχτες, τη λειτουργία των συναδέλφων, τον αθέμιτο ανταγωνισμό;
«Η απάντηση είναι “ναι”, μπορεί να λειτουργήσει. Με καλή επαγγελματική ευσυνειδησία, με οργάνωση και σεβασμό, η καλή επιχείρηση ξέρει πως να κρατηθεί. Άλλωστε τόσες παλιές ταβέρνες έχουμε καταφέρει στα τόσα χρόνια να είμαστε στις επάλξεις και μάλιστα νικητές! Λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική κρίση, προσαρμόζουμε τις τιμές μας χωρίς να κάνουμε έκπτωση στην ποιότητα. Ο αγώνας να κρατήσουμε ανοιχτό το μαγαζί μας, γίνεται με σεβασμό στην ποιότητα, ακόμη και εάν είναι σκληρός. Άλλωστε είμαστε αποφασισμένοι να επιτύχουμε. Είναι γνωστά σε όλους τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος της εστίασης. Ο υψηλός ΦΠΑ, η υψηλή φορολογία, και τα λειτουργικά έξοδα (ΔΕΗ κ.τ.λ.) έχουν δημιουργήσει δυσμενές περιβάλλον για τα μαγαζιά μας. Τα επιμέρους προβλήματα με τους κράχτες, τον αθέμιτο ανταγωνισμό, πρέπει να συζητηθούν με τους εμπλεκόμενους φορείς, θα πρέπει όμως, να σταματήσουν προς όφελος του τοπικού τουριστικού προϊόντος».
Επιλέγουμε παλιά και επώνυμα, νέα και άγνωστα, τουριστικά ή οικογενειακά; Τι προτιμά ο κόσμος και σε ποιος απευθύνεστε εσείς; Τι φέρνει ο χειμώνας για την Μεσαιωνική πόλη; Τι κάνουν οι «ήρωες» της παλιάς πόλης; Πως λειτουργούν μέσα στην κρίση, πως προσαρμόζονται;
«Πρέπει να επιλέγουμε με γνώμονα την ποιότητα και το συμφέρον. Υπάρχουν και καλά και κακά μαγαζιά, σε όλες τις κατηγορίες. Δεν σημαίνει ότι το επώνυμο είναι το καλύτερο και το ανώνυμο το χειρότερο. Μπορεί να πας σε ένα αναγνωρισμένο μαγαζί και να φας άσχημα και σε ένα κουτούκι να φας πολύ καλά. Αλλά λέμε “όχι” σε προσφορές που κάνουν κάποια μαγαζιά, υποστηρίζοντας ότι θα φας καλά. Ότι πληρώνεις, αυτό παίρνεις. Σέβομαι τους νέους συναδέλφους, βγάζω το καπέλο σε όλους τους παλαιότερους που δημιούργησαν ιστορία στον χώρο της εστίασης στο νησί. Σε ό,τι αφορά έμενα, προτιμώ το μαγαζί μου να έχει ένα οικογενειακό, ζεστό, φιλικό περιβάλλον. Από την άλλη πλευρά, λυπάμαι που δεν μπορούμε να κρατήσουμε ζωντανό το πιο όμορφο κομμάτι του νησιού μας, όπως είναι η Μεσαιωνική πόλη, τον χειμώνα. Η παλιά πόλη έχει πολλές ομορφιές, ειδικά τον χειμώνα είναι ότι καλύτερο να την περπατήσεις, να την οσφρανθείς, να την ονειρευτής, μέσα από τα μικρά στενά δρομάκια της, τα καλντερίμια της. Εγώ και ένα δύο ακόμη συνάδελφοι ήρωες, αντιστεκόμαστε στις αντίξοοες συνθήκες και κρατάμε ζωντανή την παλιά πόλη».
Μιλάμε εδώ και αρκετή ώρα για την κρίση, για τις συνέπειές της, για τους πολίτες που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες. Εσείς, που μετέχετε στο Σύλλογο Εστιατόρων της Ρόδου, και οι άλλοι, τα υπόλοιπα μέλη, πως μπορείτε να στηρίξετε αυτούς τους ανθρώπους; Και σας ρωτώ, διότι έχω πληροφορηθεί και για μία πρωτοβουλία που έχετε αναλάβει προς αυτή την κατεύθυνση.
«Ως συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο του Σωματείου Εστιατόρων Δωδεκανήσου «Η ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ» με καθιστά ευαίσθητο το θέμα που θίγεται. Έχουμε κάνει αρκετά κρούσεις προς συναδέλφους και προς συνανθρώπους μας. Νομίζω πως πρέπει να οργανώσουμε επιπλέον μορφές αλληλεγγύης προς τους αναξιοπαθούντες συμπολίτες μας, για παράδειγμα θα μπορούσαμε κάποια μαγαζιά να αναλάβουμε και να οργανώσουμε δωρεάν γεύματα σε καθημερινή βάση και να τα διανέμουμε».
Τι γίνεται με την τουριστική κίνηση; Βοηθάει στη λειτουργία των καταστημάτων; Τι λένε οι επισκέπτες της Ρόδου;
«Ζούμε σε ένα ευλογημένο νησί που έχει τα πάντα, αλλά τα πάντα αλλάζουν τόσο γρήγορα που πρέπει να τρέχεις για να τα προλάβεις. Φτάσαμε στο σημείο να είμαστε πάλι πίσω ανταγωνιστικά σαν χώρα, από άλλες περιοχές τουριστικές της Μεσογείου. Μας παρακαλούν οι τουρίστες να έρθουν στο νησί μας και εμείς τους διώχνουμε. Πανάκριβα λιμενικά τέλη, χωρίς να παρέχουμε υποδομές. Πικρή ιστορία η μαρίνα της Ρόδου, που δεν λέει να τελειώσει την στιγμή που άλλες περιοχές τις έχουν κάνει προ καιρού. Κακοτεχνίες σε όλους τους δρόμους, λακκούβες, νησί χωρίς πεζοδρόμια, σκουπίδια παντού. Όλα αυτά μας έχουν κάνει να μένουμε πίσω σε σχέση με άλλες περιοχές και να παρακαλάμε να γίνει καμιά φασαρία κάπου αλλού, για να έρθουν οι τουρίστες σε εμάς».











Συνέντευξη στην Άννα Σαρρή.
Share on Google Plus

About ΡΟΔΟΣ ΝΕΑ

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου