Η οστεοπόρωση μπορεί να οριστεί ως η νόσος που χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική μάζα, οδηγώντας σε αυξημένη ευθραυστότητα των οστών και...
συνεπώς σε αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.Το χαρακτηριστικό της γνώρισμα, στην προχωρημένη μορφή της, είναι η «καμπούρα» που σχηματίζεται στην πλάτη συνήθως των ηλικιωμένων γυναικών, η οποία, εκτός από την εξωτερική εμφάνιση, επηρεάζει αρνητικά και την ψυχολογική διάθεση, ενώ είναι και εξαιρετικά επίπονη.
Η απώλεια της οστικής πυκνότητας και περιεκτικότητας των οστών σε μεταλλικά άλατα οφείλεται στην αναντιστοιχία μεταξύ της ταχύτητας δημιουργίας νέας οστικής ουσίας και αποικοδόμησης της παλαιάς.
Η οστεοπόρωση, συνήθως, προκαλείται από επιτάχυνση των φυσιολογικών αλλαγών, που εμφανίζονται με τη γήρανση, οδηγώντας σε απώλεια οστικού ιστού. Αυτό έχει συνέπεια την πρόκληση καταγμάτων ακόμα και με την παραμικρή πίεση, όπως είναι η ανέλκυση βάρους.
Επιπλέον, έχουν σημειωθεί περιπτώσεις όπου τα κατάγματα συμβαίνουν δίχως την ύπαρξη κάποιου εξωτερικού παράγοντα. Τα σημεία που θεωρούνται πιο ευαίσθητα και εκτεθειμένα στα κατάγματα της οστεοπόρωσης είναι οι σπόνδυλοι, οι καρποί και η κεφαλή του μηριαίου οστού.
Οι παράγοντες κινδύνου που καθιστούν ένα άτομο πιο επιρρεπές στην εκδήλωση της νόσου είναι η προχωρημένη ηλικία, ο σωματικός τύπος (οι υπερβολικά αδύνατες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να χάσουν οστική πυκνότητα με το πέρας του χρόνου), η κληρονομικότητα, η φυλή (Ασιάτες και λευκοί), η απώλεια οιστρογόνων, τα χαμηλά επίπεδα ασβεστίου και βιταμίνης D, η αδράνεια (έλλειψη σωματικής άσκησης), το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η μακροχρόνια χρήση φαρμάκων (κορτικοστεροειδών και αντιεπιληπτικών), ορισμένες εγχειρήσεις στο πεπτικό σύστημα και τέλος κάποιες παθολογικές καταστάσεις (νευρογενής ανορεξία, καρκίνος, νοσήματα του συκωτιού, κοιλιοκάκη και υπερπαραθυρεοειδισμός).
Αντίθετα με όσα πιστεύουν οι περισσότεροι, η οστεοπόρωση μπορεί να προληφθεί στην πλειονότητα των ατόμων, αρκεί να ακολουθηθούν τα ακόλουθα μέτρα:
- Λήψη της κατάλληλης ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D.
- Άσκηση. Στην πρόληψη της οστεοπόρωσης έχει παρατηρηθεί ότι η άρση βαρών συντελεί σημαντικά στην ενίσχυση της οστικής μάζας.
- Αποφυγή – διακοπή καπνίσματος και αλκοόλ. Αμφότερα συμβάλλουν στη μείωση της οστικής μάζας.
- Ενημέρωση ιατρού στην περίπτωση που ένας από τους δύο γονείς είχε οστεοπόρωση.
- Σε περίπτωση λήψης κορτικοστεροειδών, αντιεπιληπτικών ή θυρεοειδικών φαρμάκων, χρειάζεται η γνώμη του γιατρού για το ενδεχόμενο εξέτασης οστικής πυκνότητας ή τη λήψη ειδικών μέτρων για την πρόληψη της οστεοπόρωσης.
Στην ηλικία άνω των 65 η απώλεια οστικής μάζας δεν οφείλεται στην έλλειψη των οιστρογόνων, αλλά στη μειωμένη ικανότητα του οργανισμού να απορροφά τα μεταλλικά άλατα. Εκτός λοιπόν από τις προηγούμενες συμβουλές, θα πρέπει να ακολουθηθούν και οι εξής:
- Αύξηση λήψης ποσότητας ασβεστίου. Η καθημερινή ποσοστιαία δόση που πρέπει να λαμβάνεται από τον οργανισμό είναι 1.500 mg και 400 – 800 IU βιταμίνης D για τη βελτίωση της απορρόφησης του ασβεστίου.
- Έκθεση τον χειμώνα του δέρματος των χεριών, των ποδιών και του προσώπου στον ήλιο, τουλάχιστον μισή ώρα το πρωί και μισή ώρα το απόγευμα, ενώ το καλοκαίρι χρειάζονται 15 λεπτά το πρωί και 15 το απόγευμα (χωρίς αντιηλιακό και χωρίς η ηλιοθεραπεία να γίνεται τις ώρες που «καίει» ο ήλιος).
Εξαιρετικά σημαντικές για την έγκαιρη διάγνωση είναι και οι προληπτικές εξετάσεις. Όλες οι γυναίκες πρέπει, σε συνεννόηση με τον γιατρό τους, να πραγματοποιούν μέτρηση της οστικής πυκνότητας μετά την ηλικία των 50 ετών και να επαναλαμβάνουν την εξέταση κάθε δύο χρόνια. Η ύπαρξη παραγόντων κινδύνου ενδέχεται να υπαγορεύει την πραγματοποίηση της εξέτασης σε νεότερη ηλικία.
συνεπώς σε αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.Το χαρακτηριστικό της γνώρισμα, στην προχωρημένη μορφή της, είναι η «καμπούρα» που σχηματίζεται στην πλάτη συνήθως των ηλικιωμένων γυναικών, η οποία, εκτός από την εξωτερική εμφάνιση, επηρεάζει αρνητικά και την ψυχολογική διάθεση, ενώ είναι και εξαιρετικά επίπονη.
Η απώλεια της οστικής πυκνότητας και περιεκτικότητας των οστών σε μεταλλικά άλατα οφείλεται στην αναντιστοιχία μεταξύ της ταχύτητας δημιουργίας νέας οστικής ουσίας και αποικοδόμησης της παλαιάς.
Η οστεοπόρωση, συνήθως, προκαλείται από επιτάχυνση των φυσιολογικών αλλαγών, που εμφανίζονται με τη γήρανση, οδηγώντας σε απώλεια οστικού ιστού. Αυτό έχει συνέπεια την πρόκληση καταγμάτων ακόμα και με την παραμικρή πίεση, όπως είναι η ανέλκυση βάρους.
Επιπλέον, έχουν σημειωθεί περιπτώσεις όπου τα κατάγματα συμβαίνουν δίχως την ύπαρξη κάποιου εξωτερικού παράγοντα. Τα σημεία που θεωρούνται πιο ευαίσθητα και εκτεθειμένα στα κατάγματα της οστεοπόρωσης είναι οι σπόνδυλοι, οι καρποί και η κεφαλή του μηριαίου οστού.
Οι παράγοντες κινδύνου που καθιστούν ένα άτομο πιο επιρρεπές στην εκδήλωση της νόσου είναι η προχωρημένη ηλικία, ο σωματικός τύπος (οι υπερβολικά αδύνατες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να χάσουν οστική πυκνότητα με το πέρας του χρόνου), η κληρονομικότητα, η φυλή (Ασιάτες και λευκοί), η απώλεια οιστρογόνων, τα χαμηλά επίπεδα ασβεστίου και βιταμίνης D, η αδράνεια (έλλειψη σωματικής άσκησης), το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η μακροχρόνια χρήση φαρμάκων (κορτικοστεροειδών και αντιεπιληπτικών), ορισμένες εγχειρήσεις στο πεπτικό σύστημα και τέλος κάποιες παθολογικές καταστάσεις (νευρογενής ανορεξία, καρκίνος, νοσήματα του συκωτιού, κοιλιοκάκη και υπερπαραθυρεοειδισμός).
Αντίθετα με όσα πιστεύουν οι περισσότεροι, η οστεοπόρωση μπορεί να προληφθεί στην πλειονότητα των ατόμων, αρκεί να ακολουθηθούν τα ακόλουθα μέτρα:
- Λήψη της κατάλληλης ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D.
- Άσκηση. Στην πρόληψη της οστεοπόρωσης έχει παρατηρηθεί ότι η άρση βαρών συντελεί σημαντικά στην ενίσχυση της οστικής μάζας.
- Αποφυγή – διακοπή καπνίσματος και αλκοόλ. Αμφότερα συμβάλλουν στη μείωση της οστικής μάζας.
- Ενημέρωση ιατρού στην περίπτωση που ένας από τους δύο γονείς είχε οστεοπόρωση.
- Σε περίπτωση λήψης κορτικοστεροειδών, αντιεπιληπτικών ή θυρεοειδικών φαρμάκων, χρειάζεται η γνώμη του γιατρού για το ενδεχόμενο εξέτασης οστικής πυκνότητας ή τη λήψη ειδικών μέτρων για την πρόληψη της οστεοπόρωσης.
Στην ηλικία άνω των 65 η απώλεια οστικής μάζας δεν οφείλεται στην έλλειψη των οιστρογόνων, αλλά στη μειωμένη ικανότητα του οργανισμού να απορροφά τα μεταλλικά άλατα. Εκτός λοιπόν από τις προηγούμενες συμβουλές, θα πρέπει να ακολουθηθούν και οι εξής:
- Αύξηση λήψης ποσότητας ασβεστίου. Η καθημερινή ποσοστιαία δόση που πρέπει να λαμβάνεται από τον οργανισμό είναι 1.500 mg και 400 – 800 IU βιταμίνης D για τη βελτίωση της απορρόφησης του ασβεστίου.
- Έκθεση τον χειμώνα του δέρματος των χεριών, των ποδιών και του προσώπου στον ήλιο, τουλάχιστον μισή ώρα το πρωί και μισή ώρα το απόγευμα, ενώ το καλοκαίρι χρειάζονται 15 λεπτά το πρωί και 15 το απόγευμα (χωρίς αντιηλιακό και χωρίς η ηλιοθεραπεία να γίνεται τις ώρες που «καίει» ο ήλιος).
Εξαιρετικά σημαντικές για την έγκαιρη διάγνωση είναι και οι προληπτικές εξετάσεις. Όλες οι γυναίκες πρέπει, σε συνεννόηση με τον γιατρό τους, να πραγματοποιούν μέτρηση της οστικής πυκνότητας μετά την ηλικία των 50 ετών και να επαναλαμβάνουν την εξέταση κάθε δύο χρόνια. Η ύπαρξη παραγόντων κινδύνου ενδέχεται να υπαγορεύει την πραγματοποίηση της εξέτασης σε νεότερη ηλικία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου