
Νοσοκομείου Ρόδου, αντιμέτωποι με την...
κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και
εφέροντο ως οι υπαίτιοι του θανάτου τον Αύγουστο του 2005 της Μαρίας Ηλιακοπούλου.
Κατηγορούμενοι ήταν συγκεκριμένα ένας ειδικευόµενος εφηµερεύων ιατρός της
νευροχειρουργικής κλινικής στο τµήµα επειγόντων περιστατικών, που έχει πλέον ειδικότητα
ωτορινολαρυγγολόγου, ένας εφηµερεύων ιατρός στη νευρολογική κλινική, που εφέρετο να μην
ήταν στο νοσοκομείο και ένας εφηµερεύων ιατρός στην παθολογική κλινική, που έχει
ειδικότητα ρευματολόγου.
Οι ιατροί εφέροντο συγκεκριμένα την 24η Αυγούστου 2005 κατά παράβαση του αντικειμενικώς επιβαλλόμενου
καθήκοντος επιμέλειας και των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, να μην είχαν εκτιμήσει σωστά
την κατάσταση της υγείας της ασθενούς, να καθησυχάστηκαν και να παρέλειψαν να προβούν στις απαραίτητες εξετάσεις
(αξονική κλπ) που θα οδηγούσαν στην ασφαλή και ακριβή διάγνωση και την πλήρη εκτίμηση της κατάστασης και ως εκ
τούτου στην θεραπεία της με χειρουργική επέμβαση ή φαρμακευτική αγωγή.
Εφέροντο ακόμη ως υπαίτιοι για το ό,τι χάθηκε πολύτιμος χρόνος, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας
της ασθενούς και μάλιστα ραγδαία και να επέλθει ο θάνατος της την 27η Αυγούστου 2008.
Η δίωξη σε βάρος τους κινήθηκε µετά από µηνυτήρια αναφορά που υπέβαλαν κατά παντός υπευθύνου ο σύζυγος και ο
υιός της εκλιπούσας, κατοίκου Ρόδου.
Σύµφωνα µε την µηνυτήρια αναφορά, την Tετάρτη 24 Aυγούστου 2005 και ώρα 20.45 περίπου η Mαρία Hλιακοπούλου
ευρισκόµενη στο σπίτι της ένιωσε δυνατό πόνο στο κεφάλι, έχασε τις αισθήσεις της, γύρισε η γλώσσα της, τέντωσε τα
πόδια και τα χέρια της και έπεσε στο έδαφος. Αµέσως κλήθηκε το E.K.A.B. από τους οικείους της που υποπτεύθηκαν ότι
είχε υποστεί εγκεφαλικό.
Στην οικία µετέβη ασθενοφόρο χωρίς τη συνοδεία γιατρού. Οι οικείοι της ανέφεραν στον τραυµατιοφορέα τα παραπάνω
συµπτώµατα και αµέσως µετέφερε τη Mαρία Hλιακοπούλου στα Eξωτερικά Iατρεία του Nοσοκοµείου Pόδου.
Σύμφωνα με τη μήνυση είχαν επαναλάβει τα παραπάνω συµπτώµατα στον ιατρό των Eξωτερικών Iατρείων και τον
ενηµέρωσαν επιπλέον ότι η ασθενής είχε ιστορικό υπέρτασης. Υποστήριξαν επιπλέον ότι κατά τη διάρκεια της µεταφοράς
της στο Nοσοκοµείο Pόδου και κατά την παραµονή της στα Eξωτερικά Iατρεία επέµενε ότι είχε υποστεί εγκεφαλικό ενώ
όταν έφτασε στο νοσοκοµείο είχε τάση για εµετό, στράβωσαν τα χέρια της και δεν µιλούσε καθαρά.
Ο σύζυγός της φέρεται στην ίδια μήνυση να παρακάλεσε το γιατρό να ελέγξει την πίεσή της, η οποία είχε φθάσει στο
18,7. Ο γιατρός, µετά την µέτρηση, φέρεται να ανέφερε στο γιό της ότι η πίεση είναι υψηλή «λόγω ταραχής», ότι δεν
έχει τίποτε και να µην ανησυχεί. Οταν στην συνέχεια τον ρώτησε γιατί η µητέρα του δε µιλάει καθαρά φέρεται να του
απάντησε ότι είναι λόγω των ηρεµιστικών που της χορήγησαν. Ακολούθως την υπέβαλαν σε ακτινογραφία τρεις φορές
και διαπίστωσαν, σε συνεννόηση µε κάποιον άλλο γιατρό, ότι είχε ένα πολύ µικρό ράγισµα στον αυχένα. Φέρονται να
τους διαβεβαίωσαν ότι δεν είναι ανησυχητικό και τοποθέτησαν κολάρο στον αυχένα της.
Την µετέφεραν προληπτικά στη νευροχειρουργική κλινική και διανυκτέρευσε µαζί της µια φίλη της. Αφού η κατάσταση
της υγείας της επιδεινώθηκε υποβλήθηκε σε αξονική τοµογραφία και διαπιστώθηκε ότι είχε ένα σοβαρό ανεύρισµα στον
εγκέφαλο και εν συνεχεία μεταφέρθηκε εσπευσμένα στη Θεσσαλονίκη και συγκεκριµένα στο νοσοκοµείο
«Παπανικολάου», γιατί ήταν το µοναδικό για την αντιµετώπιση της συγκεκριµένης πάθησης. Εκεί διαπιστώθηκε ότι είχε
υποστεί τρία εγκεφαλικά επεισόδια και τελικά κατέληξε.
Από την ακροαματική διαδικασία και από τις απολογίες των κατηγορούμενων φέρεται ωστόσο να προέκυψε ότι οι ιατροί
καταρχήν δεν παρέλειψαν να κάνουν ότι προβλέπεται δεδομένων των στοιχείων που τους δόθηκαν και κατά δεύτερο ότι
δεν θα μπορούσαν ούτως ή άλλως να την σώσουν.
Πιο συγκεκριμένα ο πρώτος κατηγορούμενος είχε ενημερωθεί ότι η Ηλιακοπούλου είχε χτυπήσει στο κεφάλι και δεν
ενημερώθηκε ότι πιθανότατα να είχε υποστεί εγκεφαλικό. Η κλινική της εικόνα εξάλλου δεν οδηγούσε στο συγκεκριμένο
συμπέρασμα με αποτέλεσμά να της δοθεί συγκεκριμένη αγωγή και να παρακολουθείται. Ο ειδικευόμενος αυτός ιατρός
δεν ενημέρωσε τον δεύτερο ειδικευμένο ιατρό που εφημέρευε και δεν ζήτησε να υποβληθεί σε αξονική διότι δεν
πίστεψε από τα στοιχεία που συγκέντρωσε ότι η κατάσταση της Ηλιακοπούλου ήταν σοβαρή.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος τόνισε ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο, ότι δεν ειδοποιήθηκε και ότι το πρωί που την εξέτασε
η κατάσταση της ήταν ήδη βεβαρημένη. Τόνισε εξάλλου ότι οι δύο ειδικευόμενοι ιατροί τήρησαν στο ακέραιο το
πρωτόκολλο και ότι η κατάσταση της Ηλιακοπούλου ήταν μη αναστρέψιμη.
Ο τρίτος ιατρός εξήγησε ότι η κλινική εικόνα της Ηλιακοπούλου ήταν τέτοια που οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι είχε
υποστεί τραύμα από πτώση ενώ μάλιστα εξαιτίας αρρυθμιών που είχε υποβλήθηκε σε έλεγχο και από καρδιολόγο. Τόνισε
μάλιστα ότι ο ίδιος παρέπεμψε το περιστατικό στη νευροχειρουργική κλινική έχοντας εξαντλήσει το σύνολο των
εξετάσεων που μπορούσε ο ίδιος να κάνει στην παθολογική και μην έχοντας αρμοδιότητα να παραγγείλει τη διενέργεια
αξονικής, ως ειδικευόμενος.
Τους κατηγορούμενους εκπροσώπησαν οι δικηγόροι κ.κ. Γ. Χαρίτος, Μ. Στάγκας και Μ. Κουτσούκος και την πολιτική
αγωγή ο δικηγόρος κ. Λ. Περίδης.
dimokratiki.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου